ἐξώθει

ἐξώθει
ἐξωθέω
thrust out
pres imperat act 2nd sg (attic epic)
ἐξωθέω
thrust out
imperf ind act 3rd sg (attic epic)
ἐξωθέω
thrust out
pres imperat act 2nd sg (attic epic)
ἐξωθέω
thrust out
imperf ind act 3rd sg (attic epic)
ἐξωθέω
thrust out
imperf ind act 3rd sg (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ἐξωθεῖ — ἐξωθέω thrust out pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic) ἐξωθέω thrust out pres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) ἐξωθέω thrust out pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic) ἐξωθέω thrust out pres ind act 3rd sg (attic epic doric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μαυλιστής — ο, θηλ. μαυλίστρια και μαυλίστρα (ΑM μαυλιστής) αυτός που εξωθεί γυναίκες στην πορνεία, μαστροπός, προαγωγός. [ΕΤΥΜΟΛ. < μαυλίζω + επίθημα τής (πρβλ. γυμνασ τής), Το θηλ. μαυλίστρα < μαυλίζω + επίθημα τρα (πρβλ. κυλίσ τρα, παλαίσ τρα)] …   Dictionary of Greek

  • προαγωγός — ο, η / προαγωγός ΝΑ [προάγω] αυτός που εξωθεί, που παρακινεί στην πορνεία, μαστροπός, εκμαυλιστής αρχ. ως επίθ. 1. αυτός που οδηγεί κάπου («προαγωγὸν αἰεὶ πρὸς τὸ ἄμετρον», Λογγίν.) 2. (για τον θεό) αυτός που παρέχει ή διανέμει κάτι, ο χορηγός 3 …   Dictionary of Greek

  • προκαλεστής — ο, Ν [προκαλώ] αυτός που παρακινεί, που εξωθεί κάποιον να κάνει κάτι …   Dictionary of Greek

  • φανατισμός — Συναισθηματική έξαρση που οδηγεί σε υπερβολές κάθε είδους. Αρχικά ο όρος είχε μόνο θρησκευτική έννοια, αλλά στη σημερινή γλώσσα επεκτάθηκε ώστε να σημαίνει και την έξαρση που κατέχει εκείνον που πιστεύει πως είναι επιφορτισμένος με μια αποστολή… …   Dictionary of Greek

  • Αιτωλίας και Ακαρνανίας ή Αιτωλοακαρνανίας, νομός — Νομός (5.461 τ. χλμ., 224.429 κάτ.) της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος. Πρωτεύουσα του ν.Α. είναι το Μεσολόγγι (12.225 κάτ.). Αντιστοιχεί με μικρές διαφορές στις περιοχές της αρχαιότητας Αιτωλία και Ακαρνανία. Συνορεύει στα Α με τους νομούς Φωκίδος …   Dictionary of Greek

  • μαρσιποφόρα — Τάξη ζωοτόκων θηλαστικών, η μοναδική της υφομοταξίας των μεταθηρίων. Τα μ. είναι διαδεδομένα στην Αυστραλία, στην Τασμανία, στην Ινδονησία και στην Αμερική, και οι τυπικότεροι αντιπρόσωποι τους είναι τα καγκουρό. Επιδεικνύουν μία μεγάλη ποικιλία… …   Dictionary of Greek

  • ουρογεννητικό σύστημα — (Ανατ.). Τα όργανα που στον άνθρωπο προορίζονται για τον σχηματισμό και την αποβολή των ούρων, καθώς και εκείνα που αποσκοπούν στην αναπαραγωγή, μπορεί να θεωρηθούν ως ένα σύστημα εξαιτίας της κοινής εμβρυολογικής προέλευσης τους. Στον ενήλικο, η …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”